Ουρολοιμώξεις: Νέα δεδομένα και παλαιοί μύθοι
Η ουρολοίμωξη είναι μια από τις πλέον συχνές παθήσεις των γυναικών, αφού έχει υπολογιστεί ότι έως το 80% του γυναικείου πληθυσμού, ανεξαρτήτως ηλικίας, θα νοσήσουν τουλάχιστον μία φορά στη ζωή τους. Από αυτές, ποσοστό 20-30% θα συνεχίσουν να υποφέρουν από επαναλαμβανόμενες ουρολοιμώξεις, επιπλεγμένες και μη, επηρεάζοντας σοβαρά την ποιότητα ζωής τους και προκαλώντας μεγάλη επιβάρυνση στα συστήματα υγείας παγκοσμίως.
Ως επί το πλείστον, οι ουρολοιμώξεις επηρεάζουν το κατώτερο ουροποιητικό των γυναικών (κυστίτιδα) δημιουργώντας αίσθημα καύσους και πόνου κατά την ούρηση, συχνουρία και επιτακτική ούρηση, ενώ σπανιότερα η λοίμωξη από τα μικρόβια μπορούν να επεκταθούν προς τους νεφρούς (πυελονεφρίτιδα) προκαλώντας πιο έντονα συμπτώματα και πυρετό.
Το βασικότερο παθογόνο που ευθύνεται για την εμφάνιση της ουρολοίμωξης είναι το βακτήριο Escherichia coli. Παρόλα αυτά και άλλα βακτήρια, ιοί ή μύκητες, μπορεί να προκαλέσουν τη λοίμωξη, η οποία ανιχνεύεται τυπικά με μία καλλιέργεια ούρων.
Νέα δεδομένα από την ανάλυση του μικροβιώματος της ουροδόχου κύστεως (δηλαδή του γονιδιώματος των μικροοργανισμών που συμβιούν εντός αυτής), καταρρίπτουν μια λανθασμένη αντίληψη ετών ότι η ουροδόχος κύστη είναι στείρα μικροβίων στον υγιή πληθυσμό. Πλέον γνωρίζουμε ότι τόσο στις γυναίκες όσο και στους άνδρες που δεν παρουσιάζουν συμπτώματα ουρολοίμωξης, συμβιούν εντός της ουροδόχου κύστης διαφορετικά μικρόβια διαφόρων ειδών, που είτε κατέχουν προστατευτικό ρόλο απέναντι στην εκδήλωση ουρολοιμώξεων και άλλων παθήσεων της κύστης (ακράτεια ούρων, λιθίαση, καρκίνος) είτε αντιθέτως προδιαθέτουν στην ανάπτυξη και εκδήλωση αυτών, ανάλογα με την ύπαρξη συγκεκριμένων παραγόντων κινδύνου.
Η νέα αυτή ανακάλυψη μας έχει ωθήσει στην πλήρη αναθεώρηση των στρατηγικών διάγνωσης, αλλά και θεραπείας και πρόληψης των ουρολοιμώξεων. Ο εξειδικευμένος ιατρός μπορεί πλέον να διαγνώσει με ειδικές εργαστηριακές τεχνικές μία ουρολοίμωξη, που οι απλές συμβατικές καλλιέργειες αποτυγχάνουν να ανακαλύψουν, δυσχεραίνοντας έτσι την αποτελεσματική αντιμετώπιση των ασθενών. Επιπλέον, η διαπιστωμένη συσχέτιση συγκεκριμένων παθογόνων μικροβίων με επαναλαμβανόμενα επεισόδια ουρολοιμώξεων δίνει πλέον τη δυνατότητα έγκαιρης και αποτελεσματικής θεραπείας τόσο της πρωτολοίμωξης όσο και των πιθανών υποτροπών. Τέλος, οι νέες παρεμβάσεις πρόληψης των ουρολοιμώξεων που σχετίζονται με συγκεκριμένες καταστάσεις, όπως η εμμηνόπαυση ή η σεξουαλική επαφή, περιλαμβάνουν πλέον εναλλακτικές τεχνικές και φάρμακα που προστατεύουν αποτελεσματικά την ουροδόχο κύστη, μειώνοντας ταυτόχρονα την αλόγιστη χρήση αντιβιοτικών που προκαλούν αντοχή στα μικρόβια.