Ουρογυναικολόγος Χειρουργός Πυελικού Εδάφους – Δρ. Δέρπαπας

Κύστεις ωοθηκών : από το Α στο Ω

Οι κύστεις στις ωοθήκες αποτελούν ένα πολύ συχνό εύρημα στις γυναίκες όλων των ηλικιών. Πρόκειται για σάκους ή θύλακες που γεμίζουν με υγρό, ή και άλλου είδους περιεχόμενο, και αναπτύσσονται στο εσωτερικό ή την επιφάνεια των ωοθηκών. Ποικίλλουν σε μέγεθος, καθώς μπορεί να κυμαίνονται από μερικά χιλιοστά έως και πάνω από 20 εκατοστά. Στις περισσότερες περιπτώσεις πρόκειται για καλοήθεις κύστεις που υποχωρούν μόνες τους, χωρίς θεραπεία και είναι εν πολλοίς ασυμπτωματικές. Ένα μικρό όμως ποσοστό αυτών μπορεί είτε να υποδηλώνουν κακοήθεια είτε να προκαλούν ιδιαίτερα έντονα συμπτώματα, και άρα πρέπει να αντιμετωπισθούν. 


Τύποι κύστεων των ωοθηκών

Οι κύστεις των ωοθηκών μπορούν να κατηγοριοποιηθούν ευρέως σε λειτουργικές (καλοήθεις) και σε μη λειτουργικές (καλοήθεις ή κακοήθεις).  

  • Λειτουργικές κύστεις – είναι ο πιο συνηθισμένος τύπος κύστεων των ωοθηκών και σχετίζονται με κάποια ορμονική δυσλειτουργία κατά τη διάρκεια ενός εμμηνορρυσιακού κύκλου. Ονομάζονται ωοθυλακικές κύστεις και κύστεις ωχρού σωματίου. Δεν προκαλούν συνήθως κανένα σύμπτωμα και υποχωρούν μόνες τους σε διάστημα 4 – 8 εβδομάδων, χωρίς κάποια παρέμβαση. 

  • Μη λειτουργικές κύστεις 

Κυσταδένωμα – πρόκειται για κύστη που αναπτύσσεταιι στην εξωτερική επιφάνεια των ωοθηκών και μπορεί να αυξηθεί σε μέγεθος πολύ γρήγορα. Τις περισσότερες φορές είναι καλοήθης, αλλά μπορεί να προκαλέσει συμπτώματα λόγω μεγέθους.

Δερμοειδής – είναι κύστη που ξεκινά να σχηματίζεται από την εμβρυική κιόλας ζωή της γυναίκας και αυξάνει σε μέγεθος σταδιακά στην αναπαραγωγική ζωή. Συχνά εκτός από υγρό περιέχει και άλλους ιστούς, όπως λίπος, δέρμα και τρίχες. Σε σπάνιες περιπτώσεις μπορεί να υποκρύπτει κακοήθεια.

Ενδομητρίωμα – αναφέρονται σε κυστικούς σχηματισμούς που περιέχουν αιμορραγικό περιεχόμενο και αυξομειώνονται σε μέγεθος ανάλογα με τη φάση του κύκλου. Προκαλούν συχνά έντονα συμπτώματα και ενίοτε συνοδεύονται από δυσχέρεια ούρησης και αφόδευσης μιας και η ενδομητρίωση έχει πέραν των ωοθηκών και άλλες εντοπίσεις εντός της πυέλου και της κοιλιάς. Ενοχοποιούνται για υπογονιμότητα. 


Γιατί δημιουργούνται κύστεις στις ωοθήκες;

Ανάλογα με τον τύπο των κύστεων των ωοθηκών, οι αιτίες που τις προκαλούν διαφέρουν:

  • Ορμονική ανισορροπία –  συμβαίνουν όταν δεν προκύψει σε έναν εμηνορρυσιακό κύκλο ωορρηξία και ως εκ τούτου αυξάνει υπερβολικά η παραγωγή ωχρινοτρόπου ορμόνης (LH)
  • Υποθυρεοειδισμός – διαταραχές των ορμονών του θυρεοειδούς επηρεάζουν την ομαλή διαδικασία της ωορρηξίας 
  • Ενδομητρίωση – πρόκειται για όχι τόσο σπάνια συστηματική φλεγμονώδη νόσο της πυέλου. Κύτταρα που επενδύουν κανονικά μόνο το εσωτερικό της μήτρας, εμφυτεύονται εκτός αυτής σε διάφορα όργανα της πυέλου, μεταξύ αυτών και τις ωοθήκες  
  • Εγκυμοσύνη – η αύξηση της β-χοριακής γοναδοτροπίνης, ιδιαίτερα στο 2ο τρίμηνο της κύησης, οδηγεί στο σχηματισμό κύστεων στις ωοθήκες, οι οποίες μπορούν να προκαλέσουν συμπτώματα
  • Πυελική φλεγμονή – όταν μια μικροβιακή λοίμωξη εξαπλωθεί στις ωοθήκες και στις σάλπιγγες μπορεί να οδηγήσει στο σχηματισμό κύστεων.


Συμπτώματα που προκαλούν οι κύστεις στις ωοθήκες

Όπως προαναφέρθηκε, συχνά οι κύστεις ωοθηκών δεν προκαλούν  συμπτώματα και ανευρίσκονται τυχαία κατά τη διάρκεια μιας γυναικολογικής εξέτασης ρουτίνας. 

Στις περιπτώσεις εκείνες που το μέγεθος, ο τύπος ή η εντόπιση των κύστεων προκαλούν συμπτώματα, αυτά είναι: 

  • Πόνος ή δυσφορία χαμηλά στην κοιλιά – ο πόνος μπορεί να είναι διαλείπων ή συνεχής και μπορεί να ακτινοβολεί στη μέση
  • Φούσκωμα και διόγκωση της κοιλιάς (μετεωρισμός)
  • Διαταραχές της εμμήνου ρύσεως – αλλαγή στη συχνότητα του κύκλου ή στην ποσότητα αίματος που χάνει η γυναίκα στον κύκλο. Επίσης σύμπτωμα αποτελεί και η αιμορραγία κατά την ωορρηξία
  • Πόνος κατά τη σεξουαλική επαφή (δυσπαρευνία)
  • Συχνοουρία ή άλλα ενοχλήματα που αφορούν την ουροδόχο κύστη
  • Δυσχεσία (στα ενδομητριώματα)
  • Ναυτία, εμετός και έντονος πόνος – εάν η κύστη διαρραγεί ή προκαλέσει συστροφή της ωοθήκης. 


Διάγνωση κύστεων των ωοθηκών

Η διάγνωση των κύστεων των ωοθηκών επιτυγχάνεται με τη γυναικολογική κλινική εξέταση και το ενδοκολπικό υπερηχογράφημα. Σε ορισμένες περιπτώσεις, περαιτέρω αιματολογικός μπορεί να απαιτηθεί για την εξακρίβωση της διάγνωσης. Αυτός περιλαμβάνει τη μέτρηση των καρκινικών δεικτών (Ca-125, ΑFP, CEA και άλλων), οι οποίοι, πέραν της διάγνωσης πιθανής κακοήθειας, βοηθούν στη διαφοροδιάγνωση και καλοήθων καταστάσεων (πχ ενδομητριωμάτων), αλλά και στην παρακολούθηση της ασθενούς αφού προηγηθεί η ενδεδειγμένη θεραπεία.  Τέλος επί συγκεκριμένων ενδείξεων, ο ρόλος της μαγνητικής τομογραφίας είναι καθοριστικός για τη διαφορική διάγνωση καλοήθων κύστεων και για τη σταδιοποίηση του καρκίνου των ωοθηκών.  


Θεραπεία για τις κύστεις ωοθηκών

Οι θεραπευτικές επιλογές εξαρτώνται από διάφορους παράγοντες, όπως ο τύπος και το μέγεθος της κύστης, τα συμπτώματα που προκαλεί, η ηλικία και η συνολική κατάσταση της υγεία της ασθενούς. 

Κατά βάση οι λειτουργικές κύστεις απαιτούν μόνο τακτική υπερηχογραφική παρακολούθηση. Οι περισσότερες από αυτές τις κύστεις υποχωρούν από μόνες τους μέσα σε λίγες εβδομάδες ή μήνες. Σε περιπτώσεις γυναικών με επαναλαμβανόμενες λειτουργικές κύστεις, οι οποίες συνοδεύονται από ήπια αλλά δυσάρεστα συμπτώματα, ενδείκνυται η χορήγηση ορμονικών σκευασμάτων (κυρίως αντισυλληπτικά χάπια ή συνθετικά προγεστερινοειδή) για ένα διάστημα ολίγων μηνών. 

Η χειρουργική αντιμετώπιση συστήνεται όταν οι κύστεις αυξάνουν αρκετά σε μέγεθος (>6 cm) ώστε να προκαλούν συμπτώματα ή όταν υπάρχει υποψία κακοήθειας. Στη σύγχρονη γυναικολογία, η λαπαροσκοπική χειρουργική αποτελεί τη μέθοδο εκλογής για την αντιμετώπιση καλόηθων κύστεων ωοθηκών. Με τις διάφορες τεχνικές που προσφέρονται δια της λαπαροσκοπικής χειρουργικής, ο εξειδικευμένος χειρουργός μπορεί στις περισσότερες των περιπτώσεων να αφαιρέσει την κύστη, αφήνοντας ανέπαφο των ωοθηκικό ιστό και συνεπώς την ορμονική λειτουργία που αυτός επιτελεί. Σε καταστάσεις όπου είτε το μεγάλο μέγεθος της κύστης είτε η υποψία οριακής κακοήθειας καθιστούν μη ενδεδειγμένη τη διατήρηση της ωοθήκης, εκτελείται λαπαροσκοπική ωοθηκεκτομή ή και εξαρτηματεκτομή (αφαίρεση σάλπιγγας και ωοθήκης). Όταν υπάρχει δε υψηλή υποψία για καρκινωματώδη βλάβη στην ωοθήκη, η προτιμητέα τεχνική είναι αυτής της ανοιχτής χειρουργικής (λαπαροτομία), ώστε να αποφευχθεί η διασπορά καρκινικών κυττάρων.    

Ο Δρ. Αλέξανδρος Δέρπαπας είναι εξειδικευμένος λαπαροσκόπος χειρουργός και προσφέρει ολιστική αντιμετώπιση στο πρόβλημα των κύστεων ωοθηκών, με βάση  την ηλικία της γυναίκας και την επιθυμία της για διατήρηση της γονιμότητάς της, όπου αυτό είναι εφικτό, αλλά και γνώμονα το καλύτερο και ασφαλέστερο θεραπευτικό αποτέλεσμα.